Τα παλαιότερα χρόνια, η Λασιθιώτικη διατροφή στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό σε ντόπια προϊόντα, τα οποία παρήγαγαν οι διάφορες οικογένειες από τις καλλιέργειες και τα κοπάδια τους. Προϊόντα όπως το λάδι, το ψωμί, τα όσπρια, οι πατάτες, τα λαχανικά και τα τυροκομικά ήταν όλα δικής τους παραγωγής.
Για τους λόγους αυτούς οι Λασιθιώτες είχαν γενικότερα μικρή «εξάρτηση» από τον λεγόμενο μπακάλη του χωριού, από τον οποίο προμηθεύονταν κυρίως ψάρια, ρύζι και “φραγκομακάρουνα”. Το ενδιαφέρον με τα ψάρια είναι ότι επειδή δεν άντεχαν στη μεταφορά, από τα παράλια ως το οροπέδιο, πρώτα τα τηγάνιζαν και στη συνέχεια τα έστελναν στον μπακάλη.
Όσον αφορά τις λιπαρές ύλες, οι Λασιθιώτες χρησιμοποιούσαν κυρίως το ελαιόλαδο, ενώ για ορισμένο χρονικό διάστημα μετά τα Χριστούγεννα χρησιμοποιούσαν το χοιρινό λίπος. Επειδή η διατροφή τους βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό από τα φυτικά προϊόντα (σημαντική θέση κατείχαν τα βρώσιμα άγρια χόρτα, τα οποία υπήρχαν σε μεγάλη αφθονία και ποικιλία), οι Λασιθιώτες χρησιμοποιούσαν το ελαιόλαδο σε μεγάλες ποσότητες για να καλύψουν τις θερμιδικές τους ανάγκες.
Επιπλέον, πολλές από τις οικογένειες παρασκεύαζαν από μόνες τους το ψωμί τους, το οποίο ζημωνόταν στο σπίτι και συντηρούνταν υπό τη μορφή παξιμαδιού για μακρύ χρονικό διάστημα, αφού πρώτα είχε δαβρεχθεί με νερό για να μαλακώσει.